Κουκιά σπορά φύτεμα καλλιέργεια





Τα κουκιά είναι φυτά μονοετή της οικογενείας των ψυχανθών. Αυτά συνήθως, καλλιεργούνται σε μεγάλες εκτάσεις για παραγωγή ξηρών σπόρων σαν όσπρια ή σε μικρές εκτάσεις για παραγωγή χλωρών καρπών, ως λαχανικά. Ανεξαρτήτως του σκοπού της καλλιέργειας τους, τα κουκιά γενικώς ευδοκιμούν παντού, σε όλα σχεδόν τα εδάφη.

Ειδικώς όμως για χλωρή κατανάλωση, προτιμούν τα λίγο σφικτά, αλλά γόνιμα και πλούσια κοπρισμένα χώματα, στα οποία δίνουν μεγάλες αποδόσεις και προ πάντων καρπούς τρυφερούς και ευκολόβραστους. Στα πολύ αμμουδερά και φτωχά εδάφη η παραγωγή γίνεται πρωιμότερη αλλά οι αποδόσεις αποβαίνουν μικρές και τα προϊόντα πολύ τραχεία.

Η προετοιμασία του εδάφους για την καλλιέργεια των κουκιών, συνίσταται από 1-2 βαθειά σκαψίματα και σβαρνίσματα καθώς και από την αναγκαία λίπανση, ιδίως όταν τα χώματα δεν είναι αρκούντως γόνιμα. Η κοπριά αποτελεί το καλλίτερο λίπασμα ιδίως στα πολύ ελαφρά ή πολύ σφιχτά εδάφη. Ωστόσο, όμως δεν πρέπει να γίνεται κατάχρηση αυτής, αλλά να κανονίζεται αναλόγως του εδάφους και της προηγουμένης καλλιέργειας. Συνήθως 1500 - 2000 οκ. κοπριάς κατά στρέμμα, πρέπει να θεωρείται αρκετή. Επίσης τα χημικά λιπάσματα δίνουν πολύ καλά αποτελέσματα, ιδίως σε χώματα που έχουν οργανικές ουσίες. Από τα σύνθετα καταλληλότερος είναι ο τύπος 0-12-6, σε ποσό 80-100 οκ. στο στρέμμα, είτε, σε συνδυασμό με κοπριά σε ποσό 35-40 οκάδες.

Σπορά κουκιών
Η σπορά των κουκιών γίνεται, στα θερμά μέρη το Σεπτέμβριο-Οκτώβριο, στα δε ψυχρά και ορεινά το Φεβρουάριο Μάρτιο. Η εργασία εκτελείται είτε με το αλέτρι, κάθε τρίτη αυλακιά, είτε με το τσαπί σε γουβίτσες και κατά σειρές σ’ αποστάσεις 40-50 πόντους η μία από την άλλη και μεταξύ τους 20-30 πόντους. Κατά την τελευταία περίπτωση ανοίγονται μικρές γούβες βάθους 5-6 πόντους, στις οποίες ρίχνονται 2-6 σπυριά και σκεπάζονται με το διπλανό χώμα 3-4 πόντους.

Όταν τα κουκιά βλαστήσουν και αναπτύξουν 6-7 φύλλα, πρέπει να δίνεται το πρώτο σκάλισμα και ελαφρό παράχωμα. Τούτο ακολουθεί δεύτερο σκάλισμα και παράχωμα, μετά 5-6 εβδομάδες. Εν ανάγκη γίνεται και τρίτο σκάλισμα μετά την άνθηση και δέσιμο των πρώτων 4-5 καρπών, καλόν είναι, οι κορυφές να κόβονται, για να συντομεύεται η πρωιμότητα αυτών, αλλά και προ πάντων, να αποφεύγεται ή προσβολή της μελίγκρας.

Συγκομιδή
Η συγκομιδή των φρέσκων κουκιών μπορεί να πραγματοποιείται γρήγορα ή αργά, αναλόγως των αναγκών της καταναλώσεως, αρκεί οι λοβοί να μην αρχίσουν να σκληρύνονται. Προκειμένου όμως για τα ξηρά κουκιά, πρέπει η συγκομιδή να γίνεται όταν οι φλοιοί των λοβών μαυρίσουν και τα φύλλα των φυτών αρχίσουν ν’ αποξεραίνονται.
Στη διαδοχή της καλλιέργειας, τα κουκιά πρέπει να προηγούνται των άλλων φυτών, ιδίως των γεωμήλων, των σπανακιών, των μποστανικών κλπ. γιατί, ως ψυχανθή αφήνουν το χώμα πλούσιο σε άζωτο και οργανικές ουσίες. Στο αυτό μέρος μπορούν να καλλιεργούνται συνεχώς 2-3 χρόνια, χωρίς καμιά βλάβη.

Ασθένειες-εχθροί
Τα κουκιά προσβάλλονται από πολλούς φυτικούς και ζωικούς εχθρούς. Από αυτές οι κυριότερες ασθένειες και εχθροί είναι:

Η Σκωρίαση (Uromyces Fabae). Είναι ασθένεια παρασιτική η οποία οφείλεται σε μικρομύκητα της ομάδας των σκωριάσεων.
Παρουσιάζεται στα φύλλα των κουκιών, στα οποία σχηματίζει κηλίδες σε χρώμα πορτοκαλί, ή πλατείες γραμμές αποχρωματισμένες, με χνούδι σταχτί στην άνω επιφάνεια, και κατόπιν μαυριδερές. Ευνοείται με καιρόν υγρό και ζεστό, αλλά σπάνια κάνει μεγάλες ζημίες. Πρέπει να αποφεύγεται η παράχωση των αρρωστημένων φύλλων.

Ο Περονόσπορος (Peronospora Viciae). Προξενεί στα φύλλα κηλίδες ή ακριβέστερο λωρίδες κάθετες αποχρωματισμένες, οι οποίες σκεπάζονται κάτωθεν με ένα χνούδι σταχτοβιολέ. Δεν υπάρχει πρακτικός τρόπος για τη καταπολέμηση του.

Σκλεροτίνια (Seletorina Libertiana). Οφείλεται σε μικρομύκητα, ο οποίος εκτός από τα κουκιά προσβάλλει και άλλα φυτά. Τα ασθενώντας φυτά σκεπάζονται, από το έδαφος και επάνω, με μια μούχλα ασπριδερή, σαν βαμβάκι. Τα σκληρά στίγματα παρουσιάζονται, επίσης, στην επιφάνεια και στο εσωτερικό των στελεχών.
Για τη καταπολέμηση δεν υπάρχει κανένα αποτελεσματικό μέσο παρά το εκρίζωμα και καύσιμο των αρρωστημένων φυτών. Αξιοσύστατη είναι η αλλαγή της καλλιέργειας για λίγα χιόνια με φυτά μη προσβαλλόμενα από την αρρώστια αυτή.

Ο Λύκος (Orobanche Minor). Αυτός είναι ο πιο επικίνδυνος εχθρός των κουκιών.
Πρόκειται περί ενός φυτού αρκετά μεγάλου, το οποίο φυτρώνει επάνω στις ρίζες των και τούς απορροφά το χυμό.
Ο καυλός του έχει χρώμα σκούρο-κόκκινο, δεν έχει χλωροφύλλη και φέρει λέπια κιτρινωπά αντί φύλλων. Στη κορυφή έχει στάχυ από άνθη μαυριδερά ακανόνιστα. Οι σπόροι του διατηρούν την βλαστική τους δύναμη μέχρι δέκα χρόνια, και για να βλαστήσουν αρκεί να έλθουν σε συνάφεια με τις ρίζες του φιλόξενου φυτού. Εκεί αναπτύσσονται και μεγαλώνουν παρασιτικός σε βάρος του, απορροφώντας τούς χυμούς, με αποτέλεσμα την εξάντληση και την αποξήρανση του πάσχοντος φυτού. Στην Β. Εύβοια έχει εγκαταλειφθεί σχεδόν η καλλιέργεια των κουκιών, εξ αιτίας του φοβερού αυτού παρασίτου.
Η απλούστερη καταπολέμηση του λύκου γίνεται με την αλλαγή της καλλιέργειας για 4-5 χρόνια, με φυτά όμως όχι ψυχανθή. Εάν ή προσβολή είναι μικρή πρέπει να ξεριζώνονται αμέσως μόλις παρουσιαστούν και πριν ακόμη τα παράσιτα σποριάσουν. Ωστόσο προλαμβάνεται εύκολα με την απολύμανση του σπόρου, σε διάλυση 2% θειικού χαλκού, όπου εμβαπτίζονται έως δύο ώρες περίπου.

Η Μελίγκρα (Aphis Papaveris). Παρουσιάζεται στις κορυφές και στα φύλλα των κουκιών, ιδίως με καιρό ψυχρό, ωσάν μαύρες ψείρες μαλακές, πού παράγουν μίαν μελιτώδη και κολλώδη ουσία.
Προκαλεί το σταμάτημα της αναπτύξεως και της καρποφορίας. Πολλές φορές, όταν ή προσβολή είναι πολύ έντονος, οι ζημίες αποβαίνουν ανυπολόγιστες. Καταπολεμείται ευκολότατα είτε με αποκοπή και καταστροφή των προσβεβλημένων κορυφών, είτε με 2—3 ραντίσματα σκέτης σαπουνάδας (3 οκ. σαπούνι σε 100 οκ. νερό) § μαζί μέ καπνό (4-5 οκ. καπνό με 1 ½ - 2 οκάδ. σαπούνι σε 100 οκ. νερό).

Ο Βρούχος (Bruchus Rufimanus).Είναι μικρό κολεόπτερο έντομο (σκαθάρι) μάκρους 6-7 χλμ., μαύρο, το οποίον προσβάλλει τα ξηρά κουκιά, καθώς και άλλα ψυχανθή» τα τρυπά και τρώγει το εσωτερικό της ψίχας τους.
Το τέλειο θηλυκό έντομο γεννά τα αυγά του την άνοιξη στους λοβούς, κατά την περίοδο του σχηματισμοί}. Κατόπιν τα εκκολαπτόμενα άσπρα μικρά σκουληκάκια εισέρχονται από 1-2 σε κάθε σπόρο, όπου κατατρώνε την ψίχα όχι όμως και το φύτρο. Εκεί αφού τελειώσουν το βιολογικό τους κύκλο περί τα τέλη του χειμώνα, μεταμορφώνονται σε νύμφες και κατά τον Απρίλιο-Μάιο γίνονται ακμαία και εξέρχονται του σπόρου ανοίγοντας μια μικρή τρύπα στο σπόρο που κάθε ένα φιλοξενούταν. Τοιουτοτρόπως τα προσβαλλόμενα κουκιά χάνουν την εμπορική τους αξία. Αλλά και για σπόρο χρησιμοποιούμενα δεν έχουν καλή βλαστική ικανότητα και συνεπώς ικανοποιητική ανάπτυξη.
Προς αποφυγή του εντόμου αυτού πρέπει να χρησιμοποιούνται σπόροι υγιείς, απαλλαγμένου τούτου, πράγμα πού ελέγχεται εύκολα με τη τοποθέτηση των σπόρων στο νερό. Τότε οι βρούχοι βγαίνουν από τις τρύπες των και επιπλέουν στην επιφάνεια του νερού.
Τα κουκιά πού προορίζονται για φαγητό απαλλάσσονται του βρούχου με τη τοποθέτηση τους σε φούρνο με θερμοκρασία 50 βαθμών, όπου αφήνονται επί 5 λεπτά της ώρας. Τα έντομα καταστρέφονται αμέσως.

Ποικιλίες κουκιών
Οι σπουδαιότερες και πιο γνωστές ποικιλίες των κουκιών είναι οι εξής:
Κουκιά πλατειά. Οι λοβοί αυτών είναι μάλλον κοντοί, αλλά τα σπυριά γίνονται πολύ μεγάλα και πλατειά, σχετικώς λεπτά. Είναι ποικιλία όψιμη και απαιτεί γόνιμα χώματα.
Κουκιά βιολέ. Αυτά χαρακτηρίζονται από τα σπυριά των, τα οποία, όταν ωριμάσουν αποκτούν χρώμα σκούρο βιολέ και αμύγδαλο ωχρόλευκο.
Κουκιά Σεβίλλης. Αυτά αποκτούν λοβούς, εξαιρετικώς μακριούς, με 8-12 σπυριά η και περισσότερα. Είναι πολύ πρώιμη ποικιλία, αλλά ευαίσθητη στο κρύο.
Κουκιά κοινά. Είναι τα συνήθη κουκιά, τα οποία καλλιεργούνται για χλωρή ή ξηρά παραγωγή. Δεν είναι πολύ απαιτητικά και αντέχουν στο κρύο και την ξηρασία.
Κουκιά Χίου. Αυτά χαρακτηρίζονται από τους πολύ μακριούς λοβούς και την εξαιρετική τους ποιότητα. Τα σπυριά είναι μέτριου μεγέθους και σχετικός χονδρά. Επιτυγχάνουν καλύτερα σε θερμά μέρη.
Κουκιά φούλια. Αυτά κάνουν μικρούς λοβούς, με 2-4 σπυριά μεγέθους φασολιού. Ευδοκιμούν ιδίως στα θερμά μέρη. Σε ψυχρό κλίμα εκφυλίζονται η αποτυγχάνουν εντελώς.
Κουκιά φούλια βιολέ. Διαφέρουν από τα προηγούμενα μόνον, ως προς το χρωματισμό τού φλοιού, ο οποίος γίνεται βιολέ-σκούρος. Και οι δυο τελευταίες ποικιλίες καλλιεργούνται για παραγωγή ξηρών καρπών.

Πηγή: Ο πρακτικός οδηγός του λαχανόκηπου-Λάμπρου Οικονομίδου-Αθήναι 1940

Καλλιέργεια χλωρών Κουκιών
Σπέρνονται κατά μήνα Σεπτέμβριο-Οκτώβριο για κατανάλωση των χλωρών καρπών. Λιπαίνουμε το χωράφι με κόπρο 1.500-2.000 οκ. και χημικό λίπασμα 0-12-7, 40-60 οκ.
Σκάβουμε σε βάθος 20-25 πόντους, σκεπάζουμε την κόπρο και το χημικό λίπασμα και έπειτα σπέρνουμε κατά γραμμές πού απέχουν μεταξύ των 60-70 πόντους. Απόσταση επάνω στις γραμμές 40-50 πόντους.
Στα τοιχώματα των πρασιών φυτεύουμε μαρούλια και εν ελλείψει αρκετού χώρου του λαχανόκηπου σπέρνουμε και μεταξύ των κουκιών σπανάκι και άνηθο.
Απαιτούνται 5-6 οκ. σπόρου κατά στρέμμα η 20-24 δράμια για 10 τετρ. μέτρα.

Ανοίγουμε μικρές τρύπες βάθους 6-7 πόντους και εκεί ρίχνουμε από 1-2 σπόρους και σκεπάζουμε. Μετά το φύτεμα κάνουμε σκάλισμα και αργότερα παράχωμα.
Όταν σχηματιστούν αρκετοί καρποί, δέσουν ως κοινώς λέγεται, τότε τα κορφολογούμε και αφ’ ενός μεν ωριμάζουν τα κουκιά καλύτερα, αφ' ετέρου εμποδίζεται και η διάδοση της μελίγκρας που προσβάλλει τα κουκιά. Εάν επικρατεί κατά την άνοιξη ξηρασία, δίνουμε και λίγα ποτίσματα.
Το μάζεμα αρχίζει για τα χλωρά κουκιά 3 μήνες από της σποράς και γίνεται διαδοχικώς.
Απόδοση 2-3 χιλ. οκ. κατά στρέμμα ή 20-30 οκ. στα 10 τετρ. μέτρα.

Αρρώστιες: Περονόσπορος και σκωρίαση. Ραντίσματα με βορδιγάλλειο πολτό 2%.

Εχθροί: Μελίγκρα (αφίδες). Ραντίσματα με θειική νικοτίνη 80 δράμια, με σαπούνι 1/2 οκά στις 100 οκάδες.

Πηγή: Ο Λαχανόκηπος του σπιτιού-Νικολάου Βοσινιώτη-Αθήνα 1941

Συγκαλλιέργεια:Πατάτες, καλαμπόκια, καπουτσίνο (ναστούριο). Δεν καλλιεργούνται μαζί με κρεμμύδια, σκόρδα, πράσα.

Διαθέτουμε από 5 € το κιλό 

Γεωπονικό Κέντρο
Φράγκων 13
Θεσσαλονίκη
Share on Google Plus
    Blogger Comment
    Facebook Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.